Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2008

θηβα

Ιστορία της Θήβας


Οι πόλεις στην αρχαία Ελλάδα ήταν χτισμένες σε εύφορες πεδιάδες και κοντά σε υψίπεδο (Ακρόπολη) για προστασία και όλες περικλείονταν με τείχη( εκτός της Σπάρτης). Στη μεγάλη και εύφορη Βοιωτική πεδιάδα υπήρχαν πολλές και ανάμεσα τους ο Ορχομενός και η Θήβα, πανάρχαιες πόλεις οι οποίες απέκτησαν μεγάλη δύναμη. Εδώ ζούσαν άνθρωποι από τους Νεολιθικούς χρόνους και πέραν αυτών. Ήταν η χώρα των αυτοχθόνων Εκτήνων, οι οποίοι και θεωρούνται οι αρχαιότεροι κάτοικοι της Βοιωτίας που γνωρίζουμε, και του ξακουστού βασιλιά τους Ώγυγου.
Γύρω στα 2000 π.Χ., η περιοχή, ειδικά τα βόρεια της Βοιωτίας, κατοικείτο από τους ονομαζόμενους Μινύες, η καταγωγή των οποίων ήταν η Κολχίς. Οι Μινύες έκτισαν την πόλη του Ορχομενού, η οποία έγινε αργότερα ξακουστή για τον πλούτο και τoν πολιτισμό της. Ο Ορχομενός, στην αρχαϊκή εποχή, είχε υπό την κυριαρχία του μία μεγάλη περιοχή και ήταν μία από τις πρώτες πόλεις που έκοψε νομίσματα στην Ελλάδα. Οι Μινύες επίσης ανέλαβαν την κατασκευή ενός κολοσσιαίου έργου, να αποξηράνουν και να αρδεύσουν την πεδιάδα της Κωπαϊδος, η οποία πλημμύριζε από τους ποταμούς Κηφισό και Μέλανα και φαίνεται ότι το κατόρθωσαν. Για το έργο αυτό έκτισαν ένα κανάλι 40 μέτρα πλάτος και 5 μέτρα βάθος και μήκος γύρω στα 42 χιλιόμετρα. Με το πέρασμα του χρόνου όμως έχασαν την δύναμη τους και η πολιτική κυριαρχία πέρασε στην Θήβα.
Γύρω στα 1500 π.Χ., ο φημισμένος ήρωας Κάδμος, με ένα άγνωστο αριθμό Φοινίκων, ήλθε και ίδρυσε την Θήβα. Σε ένα υψίπεδο, το επονομαζόμενο αργότερα Καδμεία, έκτισε παλάτι και εισήγαγε πιθανώς την Φοινικική αλφαβητική γραφή, αν και αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε αμέσως, αλλά αιώνες αργότερα.
Στο τέλος του 13ου αιώνα π.Χ., η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς και αυτό επιβεβαιώνει τον μύθο "οι Επτά εναντίον των Θηβών", στον οποίο ο Άδραστος με τους Επιγόνους κατέλαβαν και κατέστρεψαν την Θήβα.
Γύρω στα 1200 π.Χ., διάφορες φυλές κατεβαίνοντας από την Άρνη της Θεσσαλίας και από περιοχές γύρω από το βουνό Βόειον της Ηπείρου, κατέλαβαν την περιοχή. Αυτό το σύμπλεγμα των φυλών και πολιτισμών ήλθε σε διασταύρωση με το τοπικό πληθυσμό, δημιουργώντας τους μελλοντικούς κατοίκους της Βοιωτίας.
Σε αυτήν την αρχαϊκή εποχή ανήκουν οι μύθοι και από αυτήν την περίοδο άντλησαν τα θέματα τους οι τραγικοί Αττικοί ποιητές.


Κάδμος

Από την Οδύσσεια του Ομήρου μαθαίνουμε ότι τα δύο αδέλφια Αμφίων και Ζήθος, ήταν οι ιδρυτές της Θήβας και αυτοί έκτισαν τα μεγάλα τείχη στην πόλη, αλλά σύμφωνα με τον Απολλόδωρο και άλλους, ήταν ο Κάδμος, του οποίου την αδελφή Ευρώπη απήγαγε ο Δίας, μεταμφιεσμένος ως ταύρος, από την Αίγυπτο στην Κρήτη, όπου και γέννησε τα τρία παιδιά της, Μίνωα, Ραδάμανθο και Σαρπέδων.
Όπως ο μύθος λέει ο Κάδμος αναζητώντας την αδελφή του έφθασε στους Δελφούς, και εκεί το μαντείο του είπε να ακολουθήσει μία αγελάδα και να χτίση μία πόλη, όταν το ζώο θα σταματήσει να ξεκουραστεί. Σύμφωνα με την παράδοση, η αγελάδα σταμάτησε στο σημείο όπου κτίσθηκε αργότερα η Ακρόπολη, τα Καδμεία.
Υπάρχουν αρκετοί μύθοι γύρω από τα κατορθώματα του Κάδμου. Σκότωσε τον Δράκο (απόγονο του Άρη), ο οποίος φύλαγε την πηγή Αρεία. Η θεά Αθηνά του είπε να σπείρει τα δόντια του δράκου στην γη και από εκεί ξεφύτρωσαν αρματωμένοι άνδρες, οι Σπαρτοί, οι οποίοι σκότωσαν ο ένας τον άλλο και επέζησαν μόνο πέντε (Χθόνιος, Εχίων, Υπερήνωρ, Πηλωρός, Ουδαίος). Από αυτούς τους πέντε προήλθαν οι αριστοκρατικές οικογένειες των Θηβών, οι οποίες ονομάζονταν Σπαρτοί.
Υπάρχουν επίσης μύθοι που αναφέρονται γύρω από τις τέσσαρες κόρες του Κάδμου. Μία από αυτές, η Αγκάβη, παντρεύτηκε τον Εχίωνα και κατά την διάρκεια της βασιλείας του ο Θεός Διόνυσος εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και καθιερώθηκαν οι λατρείες προς τιμήν του. Ο Κάδμος και ο φημισμένος μάντης Τειρεσίας τον αποδέχτηκαν, αλλά όχι ο Πενθέας, ο γιος της Αγκάβης, ο οποίος αντιτάχθηκε στις άγριες τελετουργίες. Ο Διόνυσος πήρε εκδίκηση γι' αυτό με την βοήθεια της μητέρας του Αγκάβης, που μέσα σε ένα Βακχικό παροξυσμό, τον έκοψε κομμάτια και έφερε το κεφάλι του στις Θήβες.
Ο Κάδμος με την γυναίκα του αποσύρθηκαν στην Ιλλυρία. Μετά τον θάνατο του οι θεοί επέτρεψαν να εισέλθει στα απρόσιτα για τους πολλούς, Ηλύσια.